Η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια έχει βελτιωθεί, αλλά απαιτούνται νέες επενδύσεις

Η πρόοδος όσον αφορά τη μείωση του υποσιτισμού είναι βραδεία και άνιση, σύμφωνα με την πρόσφατη Έκθεση για τη Διατροφή για το 2018. Η συγκεκριμένη έκθεση σχεδιάστηκε το 2013 ως μηχανισμός παρακολούθησης των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει 100 ενδιαφερόμενοι φορείς, κυβερνήσεις, δωρητές, κοινωνίες πολιτών, επιχειρήσεις και ο ΟΗΕ. Αν και οι δωρητές ξεπέρασαν τη δέσμευση ύψους 19,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων που πραγματοποίησαν το 2013, εκταμιεύοντας 21,8 δισεκατομμύρια δολάρια δύο χρόνια πριν το χρονοδιάγραμμα, η έκθεση διαπίστωσε επίσης ότι η επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλή. Ο υποσιτισμός έχει υψηλό κοινωνικοοικονομικό κόστος, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου βαρύνει τα παιδιά, τους νέους ενήλικες και τις γυναίκες. Ενώ η ποιότητα των δεδομένων τόσο για τα προβλήματα όσο και για τις λύσεις έχει βελτιωθεί, απαιτούνται περισσότερες επενδύσεις σε ειδικά προγράμματα για τη διατροφή, ιδίως στις φτωχότερες χώρες. Η κακή διατροφή, που περιλαμβάνει τόσο τον υποσιτισμό όσο και την παχυσαρκία, είναι υπεύθυνη για περισσότερα προβλήματα υγείας από οποιαδήποτε άλλη αιτία. Ο υποσιτισμός είναι η κύρια αιτία περίπου του 45% των θανάτων σε παιδιά κάτω των πέντε ετών, με 20 εκατομμύρια νεογέννητα να έχουν χαμηλότερο βάρος από το κανονικό κάθε χρόνο. Η παχυσαρκία επηρεάζει το 39% των ενηλίκων, ήτοι 2,01 δισεκατομμύρια ανθρώπους, συμβάλλοντας σε περίπου 4 εκατομμύρια θανάτους ετησίως. Το 2017, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτίμησε ότι οι δωρητές, οι κυβερνήσεις και ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να δαπανήσουν 70 δισεκατομμύρια δολάρια για να εκπληρώσουν τέσσερις από τους έξι στόχους διατροφής της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας.