ΒΑΡΔΙΑ - (απόσπασμα)
………………………………… Πάρε με από το χέρι να μου δείξεις τον κόσμο. Ο μεγάλος χάρτης σχισμένος. Η γεωγραφία χαμένη ανάμεσα σε άχρηστα βιβλία. Ο εξάντας δίχως φακούς. Τους βγάλαμε για ν' ανάψουμε τσιγάρα. Σπασμένο το παλινώριο. Η ρίγλα ζαβωμένη. Το βελόνι της πυξίδας τρελάθηκε και τρεκλίζει. Την μπαρκέτα την έκοψε κυνηγός, μπορεί και σκυλόψαρο. Μετζαρόλι; μα ο άμμος δεν βολεί να περάσει. Ας μετρήσουμε τον ήλιο με τα δάχτυλα. Ποιόν απ' όλους; -Λίγη γαλέτα... -Πάρε... γιατί φτύνεις; -Νερό. -Σώθηκε. -Είπες πως για μένα θ' ανοίξεις την φλέβα σου. -Δες. Την άνοιξα. Δεν τρέχει στάλα. -Στεριά. Νά τη. Τρεις φοινικιές. -Όχι. Πέντε...Εφτά...Χίλιες. Μήτε μισό μίλι. Κοντά. -Δος μου τα κουπιά. -Είναι σάπια. Ολότελα. -Τότε ας φτάσουμε κολυμπώντας. -Κοίταξε το στόμα του σκύλου, πως περιμένει. -Ρίξε την γαλέτα. -Την ξερνά και την πετά πάλι απάνω μας. Δε βλέπεις; Στάσου να πέσω. Θα χορτάσει. Θα προλάβεις να βγεις τη στεριά. Φυσάει. Είναι κόντρα. Αλαργεύουμε. Βρέχει. Πιες. Κοιμήσου, θα σε φυλάω. -Κοιμάμαι. Είναι καιρός που κοιμάμαι. -Τι ωραία που είναι τα μαλλιά σου. Άσε με να τα καθαρίσω από το αλάτι. -Όχι. -Γιατί γλιστράς από τα χέρια μου; Που είσαι; Έχω καινούργια tatoo να σου δείξω. Μην ξυπνάς... Έτσι όπως είσαι, θα σε βάλω φιγούρα στην πλώρη... Κοριτσάκι. Πιάσε με από το χέρι να μου δείξεις τον κόσμο. -Δεν έχω χέρι. Δεν υπάρχει κόσμος........ |