Δύο γυναίκες, ένας κήπος με κερασιές

Ο μονόλογος του Βασίλη Μυριανθόπουλου έχει πρωταγωνίστρια τη Γωγώ Μπρέμπου. Ξεκίνησε να γράφει ένα κείμενο με τις αφηγήσεις της γιαγιάς του, της Ανθής, που έζησε στην Κριμαία, σε ένα σπίτι με κερασιές, μπροστά στη θάλασσα. Ο σκηνοθέτης, ηθοποιός, χορογράφος, συγγραφέας Βασίλης Μυριανθόπουλος, ήθελε να καταγράψει ό,τι θυμόταν από εκείνες τις αφηγήσεις που άκουγε μικρός. Ομως, το κείμενο σιγά σιγά πήρε τον δρόμο της μυθοπλασίας για μια ηρωίδα που ο χαρακτήρας της στηρίζεται στη ζωή μιας αληθινής γυναίκας της Ανθής, αλλά και μιας άλλης, της Λιουμπόβ Αντρέιεβνα. Το βασικό στοιχείο ήταν οι κερασιές στον κήπο. «Οι κερασιές της γιαγιάς μου στην Κριμαία, κόλλησαν με εκείνες του “Βυσσινόκηπου” της Λιουμπόβ, ηρωίδας του Τσέχοφ». Ο μονόλογος που έγραψε και έχει τίτλο «Μετά τον Βυσσινόκηπο», παίζεται κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στο «Μικρό Γκλόρια» με πρωταγωνίστρια τη Γωγώ Μπρέμπου. Μια παράσταση για τους ξεριζωμούς της ζωής. Εγραψε όμως και τους στίχους του τραγουδιού «Οχι άλλες θάλασσες» (σε μουσική του Κωνσταντίνου  Κωτούλα), που ακούγεται από την Αλέκα Κανελλίδου. «Στο μυαλό μου είχα δυο γυναίκες που έφυγαν και οι δύο από τον βυσσινόκηπό τους, και τι ακολούθησε μετά. Και οι δυο ήταν μητέρες, σύζυγοι, με δύο διαφορετικές πορείες που έφυγαν από τη Ρωσία. Πάνω εκεί πάτησε ο τρίτος χαρακτήρας του έργου, της Αννας, η οποία αφηγείται αυτές τις δυο ζωές και προσπαθεί να καταλάβει τι σημαίνουν στη δική της ζωή», λέει στην «Κ» Β. Μυριανθόπουλος. Ο μονόλογός του αναφέρεται σε όλες αυτές τις γυναίκες που έχασαν τον παράδεισό τους. Ο βυσσινόκηπός τους δεν μπορεί να ξαναχτιστεί και αυτό που έχει σημασία είναι το μετά, «το ταξίδι που δεν τελειώνει. Εδώ, τα αληθινά γεγονότα ήταν η βάση και οι ιστορικές στιγμές η αφορμή». Μια ηθοποιός που υποδύεται η Γωγώ Μπρέμπου παίζει στη σκηνή τη Λιουμπόβ Αντρέιεβνα. Ενα βράδυ, ύστερα από μια παράσταση, συνδέει την ιστορία της ηρωίδας με μιας πραγματικής γυναίκας, της Ανθής, που και εκείνη ξεριζώθηκε από τον «βυσσινόκηπό» της. Η εμβληματική ηρωίδα του Αντόν Τσέχοφ επιστρέφει στο Παρίσι, ενώ η Ανθή πήρε τα παιδιά της κι έφυγε για το άγνωστο όταν μια στιγμή της Ιστορίας την ξερίζωσε από τον δικό της κήπο. Οι δυο γυναίκες μιλούν για τη φρίκη του πολέμου, τη θέληση για επιβίωση, τη δύναμη της αγάπης. Οι διαφορές τους; «Οι ηρωίδες ενός θεατρικού έργου ανεβαίνουν σε ένα τρένο και φεύγουν, ενώ μια αληθινή γυναίκα δεν έχει την πένα του συγγραφέα να ωραιοποιήσει τη ζωή της». Ο,τι γράφει ο συγγραφέας για την Ανθή, είναι η εικόνα που είχε από τη γιαγιά του. Η Λιουμπόβ από την άλλη, όπως την παρουσιάζει ο Τσέχοφ, είναι σπάταλη και επιπόλαιη. «Αλλά υπάρχει και μια δικαιολογία για τη συμπεριφορά της. Αντίστοιχα και η Ανθή έχει δικαιολογία για τη σκληρότητά της απέναντι στα πράγματα». Συγγραφέας του έργου και σκηνοθέτης της παράστασης ο Β. Μυριανθόπουλος προσπάθησε, όπως λέει, να κρατήσει μια ισορροπία ανάμεσα στα δύο. Σίγουρα ο πρώτος του μονόλογος δεν έχει σχέση με τις κωμωδίες που έγραφε. Ξέρει επίσης ότι στον μονόλογο κερδίζεις ή χάνεις τον θεατή. «Από τη στιγμή που δεν έχει δράση, το αντιμετωπίσαμε σαν ένα τραγούδι που ρέει. Ηθελα μόνο τις τρεις ηρωίδες. Δεν ξέρω αν περνάω σε άλλος είδος, την κωμωδία πάντως την αγαπάω». Λέει ακόμη ότι στο θέατρο της τελευταίας δεκαετίας του αρέσει η πολυμορφία. «Το μόνο κακό είναι ότι χάνεται η σωστή πληροφορία. Είναι πρόβλημα ότι πολλές δουλειές πια είναι χόμπι στο θέατρο. Το εργασιακό κομμάτι είναι δύσκολο, αλλά δημιουργικά η προσφορά είναι μεγάλη. Σήμερα δεν υπάρχουν τάσεις, όμως το θέατρο κάνει κύκλους για να ξαναβρεί έναν δρόμο».Let's block ads! (Why?)