Βαρίδι για την ανάκαμψη η αύξηση του κόστους δανεισμού

Οι αναλυτές του Capital Economics προειδοποιούν ότι το υψηλό κόστος δανεισμού της χώρας μπορεί να ανατρέψει τους στόχους για το πλεόνασμα. Μπορεί το spread μεταξύ των ελληνικών και των ιταλικών ομολόγων να έχει μειωθεί, ωστόσο οι αποδόσεις παραμένουν σε υψηλά επίπεδα παρά την ολοκλήρωση του προγράμματος πριν από δύο μήνες. Αυτή η εξέλιξη με την αύξηση του κόστους δανεισμού της Ελλάδας αναμένεται, σύμφωνα με την Capital Economics, να ανακόψει την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αλλά και να ανατρέψει τους στόχους για το πλεόνασμα. Οπως επισημαίνει σε νέα έκθεσή της, μετά την έξοδο από τα μνημόνια η Ελλάδα αντιστέκεται ήδη στη λιτότητα και αυτό θα μπορούσε να στηρίξει την αδύναμη ελληνική οικονομία αλλά είναι πιο πιθανό να οδηγήσει σε μια νέα αύξηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, η οποία θα «χτυπήσει» την ανάπτυξη και θα απειλήσει τη χώρα με το ξέσπασμα μιας νέας κρίσης. Οπως εκτιμά, μετά ένα ισχυρό ξεκίνημα το 2018, το ελληνικό AEΠ επεκτάθηκε ελάχιστα το δεύτερο τρίμηνο και η πρόσφατη επιδείνωση του οικονομικού κλίματος δείχνει ότι η πρόβλεψη της κυβέρνησης για μια νέα ισχυρή ανάκαμψη του ΑΕΠ είναι υπερβολικά αισιόδοξη. Η μη επίτευξη αυτών των προβλέψεων, όπως προειδοποιεί, θα σήμαινε μη επίτευξη των στόχων που έχουν συμφωνηθεί για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Επιπλέον, οποιαδήποτε δημοσιονομική ολίσθηση μπορεί να επιδεινωθεί από παροχές που αναμένεται να δοθούν ενόψει εκλογών, οι οποίες αναμένονται κατά το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους. Και ενώ η λιγότερο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική θα μπορούσε να δώσει στην ελληνική οικονομία χώρο για ανάπτυξη, οποιαδήποτε ώθηση πιθανότατα θα αντισταθμιστεί από την αύξηση του κόστους δανεισμού και τις δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις που θα έχει αυτή, τη στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα είναι η μόνη από τις οικονομίες της Ευρωζώνης που έχει επηρεαστεί από τις αναταραχές στην Ιταλία. Η μεγάλη ανησυχία Σε αυτό το περιβάλλον, οι ελληνικές τράπεζες αποτελούν μεγάλη ανησυχία, όπως επισημαίνει η Capital Economics, τη στιγμή που τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται στο 45% του συνόλου και τα μέτρα για την εξάλειψή τους μπορεί να ανακοπούν από την έλλειψη αγοραστικής διάθεσης, κάτι που αποτυπώνεται στην πολύ απότομη πτώση των τιμών των μετοχών των ελληνικών τραπεζών το τελευταίο διάστημα. Η Capital Economics εκτιμά πως ο ρυθμός ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί σε μόλις 1% μέχρι το 2020, οδηγώντας στην επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών και στην εκτόξευση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων. Ετσι, όπως προειδοποιεί, η κυβέρνηση θα χρειαστεί νέα οικονομική στήριξη, καθώς το ταμειακό της απόθεμα θα λήξει εκείνο το έτος. Και υπάρχει ο κίνδυνος τα πράγματα να χειροτερέψουν πολύ νωρίτερα, όπως καταλήγει.