Στην κοινωνία των μοναχικών

«Μοναχοί, μόνοι κι αδιόρθωτοι/Για μια μοναξιά ματώσαμε τα χείλια μας/χυδαιολογήσαμε, κοιμηθήκαμε αγκαλιά/μ’ ένα μαχαίρι κάτω από το στρώμα./ Για μια μοναξιά μέσα στην πόλη και μέσα μας»ΑΛΕΞΗΣ ΜΠΙΣΤΙΚΑΣ, «Για μια μοναξιά».Στην κοινωνία των μοναχικών (και συνήθως ατομιστών πολιτών;) η μόνιμη απειλή της ανασφάλειας (πραγματικής ή κατασκευασμένης) προκαλεί ψυχοσυναισθηματικές αλλά και πολιτικές αναταράξεις. Ενώ «η προστασία της ύπαρξης» συνιστούσε ανέκαθεν το πρωταρχικό δικαίωμα κάθε ανθρώπου, με το διάβα του ιστορικού χρόνου διαβρώθηκαν τα αιτήματα και οι αρχές της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας, καθώς αντικατεστάθησαν από αίσθημα αναγκαίας προσωπικής «μικρής επιβίωσης» με οποιοδήποτε τίμημα. Ετσι, ο καθένας έγινε βουβός εξουσιαστής του εαυτού του, ερασιτέχνης gambler του τυχαίου Καλού και του δεδηλωμένου Κακού. Μοιρολατρική αποδοχή δυστυχίας από πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι μπορεί να έχουν τα πάντα αλλά τους λείπουν η δύναμη της άδολης επικοινωνίας και η αυτογνωσία.Φαίνεται ν’ αποδεικνύεται αληθής ο αφοριστικός λόγος του Z. Bauma: «Ποτέ δεν ξέρουμε στα σίγουρα πότε να γελάσουμε και πότε να κλάψουμε». Διαθέτουμε λιγότερο χρόνο προσωπικής ευτυχίας ακόμα κι από τους αποκαλούμενους «βαρβάρους». Απαθείς χρήστες του διαδικτυακού κόσμου σκοτώνουμε ακόμα και τις τρυφερές αναμνήσεις. Αντίθετα, καλλιεργούμε την απώλεια λήθης μόνον όταν μας συμφέρει, όταν μας ωφελεί ως (συνεπειοκρατικό) αποτέλεσμα κι όχι όταν μας προκαλεί ψυχική ευωχία. Ενας χυδαίος κομφορμισμός σε συνδυασμό με τη νεοφιλοσοφία του χρήματος και την αποθέωση του management ακυρώνουν τα κοινωνικά αυτονόητα, με αποτέλεσμα ο καθείς να αισθάνεται ότι, «ως κάλαμος υπό ανέμου σαλευόμενος» μπορεί να προστατευθεί αν ο ίδιος λάβει μέτρα για τον ίδιον και μόνο γι’ αυτόν. Ετσι, οι περισσότεροι αντί για συνάνθρωποι καθίστανται (άθελά τους;) «σωσίες του ανθρωπίνου είδους».Αποξένωση - Αλλοτρίωση - Ανομία: τα 3Α «Η Ασυναρτησία της Ασυναρτησίας» (Αβερρόης). Επιδημικό ή ενδημικό το φαινόμενο δεν έχει πλέον σημασία.Συνεχίζουμε ακάθεκτοι να είμαστε και να μην είμαστε τα Πάντα και Τίποτα, να πιστεύουμε και να μην πιστεύουμε σε Ολους και σε Κανέναν, να ελπίζουμε και να μην ελπίζουμε σε από Μηχανής Θεούς που σώζουν και στη Νέμεση που τιμωρεί. Ο έντρομος άνθρωπος δίχως ταυτότητα μηδέποτε όμως δεδικαίωται. Ισως γι’ αυτό παραπατάμε ιδεολογικοπολιτικά. Ισως γι’ αυτό μας αρέσει (;) να πέφτουμε θύματα των δικών μας ψευδαισθήσεων ή των αλλοτρίων παραπλανήσεων. Ισως γι’ αυτό μας βαρέθηκε και η Ιστορία και θέλει να μας δώσει ένα «καλό μάθημα» μήπως και βάλουμε, ή καλύτερα αλλάξουμε μυαλά.ΥΓ.: «Από τους καθρέφτες/διάλεξα αυτόν που με κολάκευε/Είχε ένα ράγισμα στη μέση»Ν. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ, «Ναρκισσισμός»* Ο κ. Γιάννης Πανούσης είναι καθηγητής Εγκληματολογίας στο ΕΚΠΑ, πρώην υπουργός.